κοκεταρίζομαι

κοκεταρίζομαι
και κοκετάρομαι [κοκέτης]
είμαι φιλάρεσκος, καλλωπίζομαι πάρα πολύ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κοκεταρίζομαι — και κοκετάρομαι κοκεταρίστηκα, κοκεταρισμένος, καλλωπίζομαι, είμαι φιλάρεσκος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”